Machtlosigkeit - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Machtlosigkeit - translation to Αγγλικά


Machtlosigkeit      
n. powerlessness, impotence, incapacity; helplessness, weakness
powerlessness      
n. Machtlosigkeit, Schwäche, Hilflosigkeit
helplessness      
n. Hilflosigkeit, Machtlosigkeit
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Machtlosigkeit
1. Das Risiko des Welterbekomitees besteht – nicht rechtlich, aber tatsächlich facto – in seiner völligen Machtlosigkeit.
2. Im Gegenteil÷ Es zeigt die Machtlosigkeit der CDU– Chefin gegenüber ihrer Partei und der Ministerpräsidenten–Riege.
3. Ohne formaljuristische Berechtigung 1'5'–1'6' im Amt÷ Heinrich Lübke Die Machtlosigkeit des Bundespräsidenten ist eine Mär.
4. Einen Grund für den Konservatismus auch bei jüngeren Leuten sieht Mora in einer enttäuschten Haltung oder empfundenen Machtlosigkeit gegenüber den Medien.
5. Nach etlichen Krisensitzungen, Sofortanordnungen und wiederholten Versprechungen, Ruhe und Ordnung wiederherzustellen, geraten die Auftritte Jacques Chiracs zunehmend zu unfreiwilligen Eingeständnissen der Machtlosigkeit.